Απόσπασμα από την Ασκητική του Νίκου Καζαντζάκη
Τι θάματα αλήθεια είναι το μάτι, το αυτί, το μυαλό του παιδιού, πως ρουφούν αχόρταγα τον κόσμο τούτο και γεμίζουν! Ένα πουλί με κόκκινες, πράσινες, κίτρινες φτερούγες, ο κόσμος, και πως το κυνηγάει το παιδί να το πιάσει!
Αληθινά, τίποτα δεν μοιάζει περισσότερο με το μάτι του Θεού όσο το μάτι του παιδιού, που, για πρώτη φορά, βλέπει και δημιουργεί τον κόσμο. Χάος ήταν πρωτύτερα ο κόσμος, τα πλάσματα όλα, ζώα, δέντρα, άνθρωποι, πέτρες, έρρεαν αξεδιάλυτα μπροστά από το μάτι του παιδιού, όχι μπροστά του, μέσα του, όλα, σχήματα, χρώματα, φωνές, μυρωδιές, αστραπές, και δεν μπορούσε να τα στερεώσει, να βάλει τάξη. Ο κόσμος του παιδιού δεν είναι καμωμένος από λάσπη ν’ αντέχει, είναι από σύννεφο, δροσερό αεράκι φυσούσε από τα μελίγγια του παιδιού κι ο κόσμος πύκνωνε, αραίωνε κι αφανίζονταν. Όμοια, πριν από τη Δημιουργία, θα περνούσε και από το μάτι του Θεού το χάος.
Το ασήμαντο αυτό ξεσκεπάζει ολάκερη μέθοδο που αντικρίζω την πραγματικότητα.
Ο φοβητσιάρης νους τρέμει μην ξεστομίσει καμιά ανοησία και πληγωθεί η αξιοπρέπειά του, με άναντρη, φρόνιμη αοριστολογία ονοματίζει ό,τι είναι ανίκανος να ξεδιαλύνει. Φωνάζει, εξηγάει, αποδείχνει, διαμαρτύρεται, μα μια φωνή μέσα μου σηκώνεται: «Σώπα, μυαλό, ν’ ακούσουμε την καρδιά», του φωνάζει. Ποια καρδιά; την ουσία της ζωής, την παραφροσύνη.
Κι η καρδιά αρχίζει και κελαηδάει.
Δεν μπορούμε ν’ αλλάξουμε την πραγματικότητα, ας αλλάξουμε τότε το μάτι που βλέπει την πραγματικότητα. Αυτό έκανα όταν ήμουν παιδί, αυτό κάνω και τώρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου