Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Η ιστορία, για όσους σέβονται τη σημασία του χρόνου, δεν είναι η αιώνια διαμάχη των «καλών» με τους «κακούς» ούτε το γέμισμα της αφήγησης με περισσότερες αυθεντίες. Η ιστορία είναι μια αέναη συνέχεια αντιδράσεων, που συμπληρώνουν το παζλ του πεπρωμένου της ανθρωπότητας.
Ο Καποδίστριας δεν ήταν «άγιος» ούτε ο μοναδικός «μεσσίας» για να ξεκινήσει το κουβάρι της νεοελληνικής ιστορίας. Το Μάρτιο επιλέχτηκε από τους Έλληνες, τον Οκτώβριο του 1827 έγινε η ναυμαχία του Ναβαρίνου και τον Ιανουάριο του 1828 αποβιβάστηκε ως κυβερνήτης, στο Ναύπλιο.
Η ανάληψη της θέσης του θεωρήθηκε ως ήττα της αγγλικής διπλωματίας και πολύ γρήγορα, το αγγλόφιλο περιβάλλον της ελληνικής ελίτ άρχισε να οργανώνεται και να παίρνει τα μέτρα του. Το 1830 οι Άγγλοι καταφέρνουν να προλάβουν τους Ρώσους και να δώσουν αυτοί την πολιτική ανεξαρτησία στους Έλληνες, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να γίνει ένα προτεκτοράτο της υπερδύναμης, στη Μεσόγειο. Αν συνδυάσει κανείς και τα δύο δάνεια (1824, 1825) από αγγλικές τράπεζες, καταλαβαίνει εύκολα πως η χώρα δέθηκε στο άρμα της Αγγλίας, ως το τέλος του εμφυλίου, το 1949.
Ο Καποδίστριας λοιπόν, βρέθηκε να διοικεί μια καινούρια χώρα αγγλοκρατούμενη και με τις αγγλόφιλες πολιτικές ελίτ, να θεωρούν ότι πολύ γρήγορα θα «συνεργαστεί» μαζί τους. Είναι φανερό λοιπόν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Στην πολιτική ιστορία, αυτός ο συνδυασμός είναι αταίριαστος, δεδομένου ότι δεν μπορεί το δίκαιο της πυγμής να λειτουργήσει ως μηχανισμός, χωρίς τη σύμπραξη του «φίλιου» ηγέτη.
Ο Καποδίστριας δεν μπόρεσε ποτέ να καταλάβει ότι η συνεργασία με τους Άγγλους ήταν απολύτως απαραίτητη. Από τη στιγμή που η Ρωσία απέτυχε να «αναλάβει» την ανεξαρτησία, δεν υπήρχε άλλος τρόπος για να βάλει τη χώρα στις ράγες του εκσυγχρονισμού. Όλες του οι πρωτοποριακές για την εποχή, προσπάθειες πήγαν χαμένες, αφού οι Άγγλοι δεν του επέτρεψαν ποτέ να διοικήσει, χωρίς τη δική τους συμμετοχή. Στο τέλος, τον δολοφόνησαν και με καθυστέρηση δύο ετών, ανέλαβαν την εξουσία. Τώρα όμως, δεν υπήρχε ο ικανός ηγέτης που θα στήριζε ένα εκσυγχρονιστικό σύνταγμα. Γι΄αυτό οι οθωνικές κυβερνήσεις ξεκίνησαν με τις χειρότερες επιλογές, που τις ζούμε ακόμα και σήμερα.
Αν λοιπόν, η ιστορία διδάσκει κάτι, είναι πως για να διοικηθεί σωστά μια χώρα είναι ζήτημα πολλών παραγόντων και συνδυασμός δυνάμεων. Το ότι οι Αμερικάνοι διόρισαν τον Καραμανλή πρωθυπουργό το 1953 ήταν θετικό γιατί συνεργάστηκε μαζί τους, προς όφελος της χώρας του. Το ότι το 1981 «τοποθέτησαν» τον Παπανδρέου ήταν καταστροφικό γιατί και αυτός συνεργάστηκε μαζί τους αλλά όχι προς όφελος της χώρας του. Αυτοί και στις δύο περιπτώσεις τη δουλειά τους την έκαναν.
Όσο γι΄ αυτούς που θα σπεύσουν να «φουντώσουν» από διάθεση εθνικής «ανεξαρτησίας», θα πρέπει να διαβάσουν λίγο για το παράδειγμα των αποικιών, στην αρχαιότητα, που για να απεξαρτηθούν από τις μητροπόλεις, έπρεπε να αναπτυχθούν οικονομικά και να οργανώσουν ισχυρό στρατό. Όποιος λοιπόν, θέλει την ανεξαρτησία του φροντίζει πρώτα να γίνει δυνατός και όχι να «πουλάει» φαντασιώσεις στις «προδομένες» από τα συνθήματα μάζες.
Αξιολογώντας τώρα τα σημερινά πλάνα της «θεατρικής» μας πολιτικής ζωής, όπως πάντα, προσπαθούμε να ισορροπήσουμε μεταξύ αμερικανικών και ευρωπαϊκών συμφερόντων. Ο Σαμαράς κοιτάει περισσότερο προς την Ευρώπη μήπως και αισθανθεί μεγαλύτερη ασφάλεια, χωρίς όμως να χάνει τις επαφές με τους Αμερικάνους. Από την άλλη ο Τσίπρας πήρε ήδη το χρίσμα για να παίξει το ρόλο του «μπαλαντέρ»... Αν δηλαδή, ο Σαμαράς κάνει το λάθος, τον περιμένουν στη γωνία τα «κόκκινα» αμερικανάκια του Τσίπρα! Κι αλίμονο μας αν κάνει αντίστοιχο λάθος με τον Καποδίστρια. Γιατί, όπως και με τον Όθωνα, ο Τσίπρας, θα είναι πολύ χρήσιμος για τους Αμερικάνους αλλά το πιθανότερο, πολύ κακός για τη χώρα του.
Δυστυχώς, έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας για να εξελίξουμε έναν ανώτερο ηθικό πολιτισμό δημοκρατίας, όπου οι συνειδητοποιημένοι πολίτες θα στηρίζουν τις αποφάσεις των εξουσιών. Ώσπου να συμβεί αυτό, θα πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και να ελπίζουμε -γιατί μόνο αυτό μπορούμε να κάνουμε- ότι θα βρίσκονται ηγέτες που θα μπορούν να εξευμενίζουν τα «πάθη» των δυνατών. Που θα είναι σε θέση να χτίζουν δυνάμεις ισορροπίας, μέχρι που και τα δικά τους κράτη να γίνουν ισχυρά και να μπορούν να προτείνουν σχέδια και οράματα για τον κόσμο. Γιατί, αν ο Καποδίστριας συνέχιζε να είναι ο σπουδαίος Ευρωπαίος διπλωμάτης που όλη η Ευρώπη θαύμαζε, η Ελλάδα θα ξεκινούσε τελείως διαφορετικά τη σύγχρονη ιστορία της.
Το δίκαιο της πυγμής είναι φυσικός νόμος και ποτέ δε θα πάψει να ρυθμίζει τα συμφέροντα ανθρώπων και κρατών. Εξαρτάται πάντα η έκβαση της επιτυχίας από την ικανότητα των προσώπων που θα τραβήξουν μπροστά και θα κάνουν τα λιγότερα λάθη.
* Ο κ. Ανδρέας Ζαμπούκας είναι Καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας
Η ιστορία, για όσους σέβονται τη σημασία του χρόνου, δεν είναι η αιώνια διαμάχη των «καλών» με τους «κακούς» ούτε το γέμισμα της αφήγησης με περισσότερες αυθεντίες. Η ιστορία είναι μια αέναη συνέχεια αντιδράσεων, που συμπληρώνουν το παζλ του πεπρωμένου της ανθρωπότητας.
Ο Καποδίστριας δεν ήταν «άγιος» ούτε ο μοναδικός «μεσσίας» για να ξεκινήσει το κουβάρι της νεοελληνικής ιστορίας. Το Μάρτιο επιλέχτηκε από τους Έλληνες, τον Οκτώβριο του 1827 έγινε η ναυμαχία του Ναβαρίνου και τον Ιανουάριο του 1828 αποβιβάστηκε ως κυβερνήτης, στο Ναύπλιο.
Η ανάληψη της θέσης του θεωρήθηκε ως ήττα της αγγλικής διπλωματίας και πολύ γρήγορα, το αγγλόφιλο περιβάλλον της ελληνικής ελίτ άρχισε να οργανώνεται και να παίρνει τα μέτρα του. Το 1830 οι Άγγλοι καταφέρνουν να προλάβουν τους Ρώσους και να δώσουν αυτοί την πολιτική ανεξαρτησία στους Έλληνες, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να γίνει ένα προτεκτοράτο της υπερδύναμης, στη Μεσόγειο. Αν συνδυάσει κανείς και τα δύο δάνεια (1824, 1825) από αγγλικές τράπεζες, καταλαβαίνει εύκολα πως η χώρα δέθηκε στο άρμα της Αγγλίας, ως το τέλος του εμφυλίου, το 1949.
Ο Καποδίστριας λοιπόν, βρέθηκε να διοικεί μια καινούρια χώρα αγγλοκρατούμενη και με τις αγγλόφιλες πολιτικές ελίτ, να θεωρούν ότι πολύ γρήγορα θα «συνεργαστεί» μαζί τους. Είναι φανερό λοιπόν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Στην πολιτική ιστορία, αυτός ο συνδυασμός είναι αταίριαστος, δεδομένου ότι δεν μπορεί το δίκαιο της πυγμής να λειτουργήσει ως μηχανισμός, χωρίς τη σύμπραξη του «φίλιου» ηγέτη.
Ο Καποδίστριας δεν μπόρεσε ποτέ να καταλάβει ότι η συνεργασία με τους Άγγλους ήταν απολύτως απαραίτητη. Από τη στιγμή που η Ρωσία απέτυχε να «αναλάβει» την ανεξαρτησία, δεν υπήρχε άλλος τρόπος για να βάλει τη χώρα στις ράγες του εκσυγχρονισμού. Όλες του οι πρωτοποριακές για την εποχή, προσπάθειες πήγαν χαμένες, αφού οι Άγγλοι δεν του επέτρεψαν ποτέ να διοικήσει, χωρίς τη δική τους συμμετοχή. Στο τέλος, τον δολοφόνησαν και με καθυστέρηση δύο ετών, ανέλαβαν την εξουσία. Τώρα όμως, δεν υπήρχε ο ικανός ηγέτης που θα στήριζε ένα εκσυγχρονιστικό σύνταγμα. Γι΄αυτό οι οθωνικές κυβερνήσεις ξεκίνησαν με τις χειρότερες επιλογές, που τις ζούμε ακόμα και σήμερα.
Αν λοιπόν, η ιστορία διδάσκει κάτι, είναι πως για να διοικηθεί σωστά μια χώρα είναι ζήτημα πολλών παραγόντων και συνδυασμός δυνάμεων. Το ότι οι Αμερικάνοι διόρισαν τον Καραμανλή πρωθυπουργό το 1953 ήταν θετικό γιατί συνεργάστηκε μαζί τους, προς όφελος της χώρας του. Το ότι το 1981 «τοποθέτησαν» τον Παπανδρέου ήταν καταστροφικό γιατί και αυτός συνεργάστηκε μαζί τους αλλά όχι προς όφελος της χώρας του. Αυτοί και στις δύο περιπτώσεις τη δουλειά τους την έκαναν.
Όσο γι΄ αυτούς που θα σπεύσουν να «φουντώσουν» από διάθεση εθνικής «ανεξαρτησίας», θα πρέπει να διαβάσουν λίγο για το παράδειγμα των αποικιών, στην αρχαιότητα, που για να απεξαρτηθούν από τις μητροπόλεις, έπρεπε να αναπτυχθούν οικονομικά και να οργανώσουν ισχυρό στρατό. Όποιος λοιπόν, θέλει την ανεξαρτησία του φροντίζει πρώτα να γίνει δυνατός και όχι να «πουλάει» φαντασιώσεις στις «προδομένες» από τα συνθήματα μάζες.
Αξιολογώντας τώρα τα σημερινά πλάνα της «θεατρικής» μας πολιτικής ζωής, όπως πάντα, προσπαθούμε να ισορροπήσουμε μεταξύ αμερικανικών και ευρωπαϊκών συμφερόντων. Ο Σαμαράς κοιτάει περισσότερο προς την Ευρώπη μήπως και αισθανθεί μεγαλύτερη ασφάλεια, χωρίς όμως να χάνει τις επαφές με τους Αμερικάνους. Από την άλλη ο Τσίπρας πήρε ήδη το χρίσμα για να παίξει το ρόλο του «μπαλαντέρ»... Αν δηλαδή, ο Σαμαράς κάνει το λάθος, τον περιμένουν στη γωνία τα «κόκκινα» αμερικανάκια του Τσίπρα! Κι αλίμονο μας αν κάνει αντίστοιχο λάθος με τον Καποδίστρια. Γιατί, όπως και με τον Όθωνα, ο Τσίπρας, θα είναι πολύ χρήσιμος για τους Αμερικάνους αλλά το πιθανότερο, πολύ κακός για τη χώρα του.
Δυστυχώς, έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας για να εξελίξουμε έναν ανώτερο ηθικό πολιτισμό δημοκρατίας, όπου οι συνειδητοποιημένοι πολίτες θα στηρίζουν τις αποφάσεις των εξουσιών. Ώσπου να συμβεί αυτό, θα πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και να ελπίζουμε -γιατί μόνο αυτό μπορούμε να κάνουμε- ότι θα βρίσκονται ηγέτες που θα μπορούν να εξευμενίζουν τα «πάθη» των δυνατών. Που θα είναι σε θέση να χτίζουν δυνάμεις ισορροπίας, μέχρι που και τα δικά τους κράτη να γίνουν ισχυρά και να μπορούν να προτείνουν σχέδια και οράματα για τον κόσμο. Γιατί, αν ο Καποδίστριας συνέχιζε να είναι ο σπουδαίος Ευρωπαίος διπλωμάτης που όλη η Ευρώπη θαύμαζε, η Ελλάδα θα ξεκινούσε τελείως διαφορετικά τη σύγχρονη ιστορία της.
Το δίκαιο της πυγμής είναι φυσικός νόμος και ποτέ δε θα πάψει να ρυθμίζει τα συμφέροντα ανθρώπων και κρατών. Εξαρτάται πάντα η έκβαση της επιτυχίας από την ικανότητα των προσώπων που θα τραβήξουν μπροστά και θα κάνουν τα λιγότερα λάθη.
* Ο κ. Ανδρέας Ζαμπούκας είναι Καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας