Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Το Βήμα»
«Πρωτοπορία» της Ελλάδας στις ιδιωτικές δαπάνες για την υγεία καταγράφει έκθεση του ΟΟΣΑ με τίτλο «η υγεία με μια ματιά -2007» .
Στο 57% οι ιδιωτικές δαπάνες για την υγεία στην Ελλάδα (με μέσο όρο ΟΟΣΑ 25%)
Πιο συγκεκριμένα, το 57% των δαπανών για υγεία στην Ελλάδα καταβάλλεται από τους ίδιους τους πολίτες, ενώ μόνο το 43% έχει δημόσια χρηματοδότηση.
Το ρεκόρ αυτό είναι ακόμη πιο σημαντικό γιατί ξεπερνά ακόμη και τις ΗΠΑ, οι οποίες έχουν βασίσει το σύστημα υγείας τους στην ιδιωτική ασφάλιση, ενώ στην Ελλάδα η ιδιωτική ασφάλιση υγείας είναι, όταν υπάρχει, απλώς επιπρόσθετη.
Μαζί με το Μεξικό, άλλωστε, είναι οι μόνες χώρες της περιοχής του «οργανισμού οικονομικής συνεργασίας και ανάπτυξης», της περιοχής δηλαδή των πλουσίων χωρών του κόσμου.
Σε όλες τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) η ιδιωτική πληρωμή της περίθαλψης δεν ξεπερνά το 28%, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 25%.
Οι υπολογισμοί του οργανισμού είναι σημαντικοί, διότι επιχειρούν να ομογενοποιήσουν τα μεγέθη ανάμεσα σε χώρες που έχουν αρκετά διαφορετικά συστήματα χρηματοδότησης.
Στη δημόσια χρηματοδότηση συμπεριλαμβάνεται τόσο η ίδια η δημόσια χρηματοδότηση, όσο και τα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης, ενώ στους ιδιωτικούς πόρους συμπεριλαμβάνονται «οι άμεσες πληρωμές των νοικοκυριών, οι ιδιωτικές ασφάλειες υγείας και άλλοι πόροι μη δημόσιων οργανισμών, καθώς και η εργασιακή ιατρική μέσα στις ιδιωτικές επιχειρήσεις», ενώ στις άμεσες πληρωμές των νοικοκυριών συμπεριλαμβάνεται η «συμμετοχή στις δαπάνες», καθώς και «εκτιμήσεις για ανεπίσημες πληρωμές στους παροχείς περίθαλψης» (φακελάκι).
Το 6% των εισοδημάτων των ελληνικών νοικοκυριών δαπανάται για την υγεία (με Μ.Ο. ΟΟΣΑ 3%)
Η ιδιωτική χρηματοδότηση της υγείας (περίθαλψη, φάρμακα κ.τ.λ) έχει ως επίπτωση επίσης οι Έλληνες να αναγκάζονται να δαπανήσουν ένα μεγάλο τμήμα του εισοδήματός τους σε υγεία.
Σύμφωνα με τον οργανισμό, ενώ στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ οι δαπάνες των νοικοκυριών για υγεία αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 2% της συνολικής κατανάλωσης των νοικοκυριών και ενώ, ακόμη και στις ΗΠΑ, η δαπάνη αυτή είναι περίπου το 3% της συνολικής κατανάλωσης, που είναι και ο μέσος όρος του οργανισμού, στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό ξεπερνά το 6%.
Ανθυγιεινός τρόπος ζωής
Η χρηματοδότηση δεν είναι ο μόνος τομέας όπου η Ελλάδα καταγράφει ρεκόρ στους δείκτες υγείας.
Έτσι, η Ελλάδα έρχεται πρώτη σε ποσοστό του ενήλικου πληθυσμού που καπνίζει καθημερινά (38.6%), με επόμενη την Τουρκία (32.1 %) και μέσον όρο του ΟΟΣΑ 24.3%.
Επίσης η Ελλάδα πλησιάζει επικίνδυνα την κορυφή των ΗΠΑ, τον Μεξικού και της Βρετανίας σε ποσοστό παχύσαρκου ενήλικου πληθυσμού (21.9%) με μέσον όρο του ΟΟΣΑ το 14.6%.
Πληθώρα ιατρών- απουσία νοσηλευτών!
Ακόμη, πρωτοπορία μοιάζει να καταγράφει η Ελλάδα στο ιατρικό προσωπικό και στη διάρθρωσή του, τόσο ώστε μπορεί κανείς να αναρωτηθεί για την αποτελεσματικότητα του συστήματος.
Ιατροί: Ελλάδα 0.5% του πληθυσμού, ΟΟΣΑ 0.3%
Έτσι, με μεγάλη διαφορά, η Ελλάδα διαθέτει τους περισσότερους γιατρούς (0.49% του πληθυσμού), με όλες τις άλλες χώρες να έχουν μια «πυκνότητα γιατρών» κάτω του 0.4 και με μέσον όρο του ΟΟΣΑ το 0.3.
Ταυτόχρονα, η καταγραφή δείχνει ότι στη διάρθρωση των γιατρών επίσης πρωτιά καταγράφει η χώρα μας, γιατί συντριπτικά οι περισσότεροι γιατροί είναι «ειδικευμένοι»: 0.33% του πληθυσμού, ενώ μόνο 0.03% είναι οι «γενικοί γιατροί». Μόνο η Πολωνία έχει τόσο λίγους γενικούς γιατρούς, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 0.08%.
Απουσία νοσηλευτών/τριών
Αντίστροφα -και ακόμη χειρότερα- μοιάζουν τα πράγματα στο νοσηλευτικό προσωπικό: η Ελλάδα βρίσκεται σχεδόν στον... πάτο της κατάταξης (μόνο η Τουρκία, η Κορέα και το Μεξικό την περνούν) με 0.38% νοσηλευτές/τριες επί του πληθυσμού, τη στιγμή που ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 0.89%.
Όπως παρατηρεί ο οργανισμός, η επάρκεια νοσηλευτών είναι εξαιρετικά σημαντική στο πλαίσιο των παραδοσιακών δομών, όπως τα νοσοκομεία, αλλά και για την περίθαλψη χρόνιων ασθενειών, καθώς και για την αυξανόμενη ανάγκη νοσηλείας κατ' οίκον.
Μάλιστα η έλλειψη αυτού του είδους προσωπικού είναι όλο και πιο ανησυχητική σε όλες τις χώρες, ιδιαίτερα εν όψει της συνταξιοδότησης της γενιάς του «baby boom» (της μεταπολεμικής γενιάς της «έκρηξης» των γεννήσεων).
Στην Ελλάδα, προτού ακόμη φθάσει αυτή η πίεση, το νοσηλευτικό προσωπικό έχει συρρικνωθεί τόσο πολύ ώστε, μαζί με τους πολλούς γιατρούς, της χαρίζει άλλη μια πρωτιά: είναι η χώρα με τη μικρότερη αναλογία νοσηλευτών προς γιατρούς, μόλις 0.8 νοσηλευτές για κάθε γιατρό, ενώ πριν από 15 χρόνια η αναλογία ήταν ένας νοσηλευτής για κάθε γιατρό.
Προσδόκιμο επιβίωσης: η αποτελεσματικότητα δεν είναι μόνο οικονομικό ζήτημα
Ένας από τους βασικότερους σκοπούς των δαπανών υγείας, και όχι μόνο αυτών, είναι η επέκταση του προσδόκιμου επιβίωσης των πληθυσμών.
Οι δαπάνες υγείας αντιπροσώπευαν το 1960, όταν ιδρύθηκε ο ΟΟΣΑ, περίπου το 4% του ΑΕΠ.
Από τότε αυξήθηκαν κατά μέσον όρο περίπου κατά 4% ετησίως.
Την ίδια περίοδο η αύξηση του ΑΕΠ ήταν κατά μέσον όρο περίπου 2.5% ετησίως, με αποτέλεσμα σήμερα το ποσοστό του ΑΕΠ που οι χώρες αφιερώνουν στην υγεία έχει μεγαλώσει πολύ και κατά μέσον όρο να φθάνει στο 9.4% του ΑΕΠ.
Η ανάπτυξη αυτών των δαπανών συνέβαλε προφανώς σε μια σειρά ειδικούς τομείς αντιμετώπισης των προβλημάτων υγείας, που συμπυκνώνεται και στην επέκταση του προσδόκιμου επιβίωσης κατά 10 χρόνια, τόσο στην περιοχή του ΟΟΣΑ συνολικά (από τα 68.5 στα 78.6 χρόνια), όσο και στην Ελλάδα ειδικότερα (από τα 69.9 στα 79.3 χρόνια).
Ωστόσο, όπως παρατηρεί ο οργανισμός, ενώ είναι αλήθεια ότι «οι χώρες με υψηλότερο ΑΕΠ τείνουν να δαπανούν περισσότερα για την υγεία», δεν είναι αλήθεια ότι η αποτελεσματικότητα των δαπανών είναι μόνο ζήτημα οικονομικό.
Έτσι, για παράδειγμα, οι ΗΠΑ έχουν ένα από τα χαμηλότερα προσδόκιμα ζωής, 77.8 έτη, παρότι δαπανούν συντριπτικά περισσότερους πόρους στην υγεία, το 15,.3% του ΑΕΠ, με αμέσως επόμενη την Ελβετία με 11.6% (με την Ελλάδα στο 10.1%).
Μιλώντας με όρους απόλυτων αριθμών, τα 6,401 δολάρια ανά κάτοικο που αφιερώνουν οι ΗΠΑ είναι υπερδιπλάσια του μέσου όρου του ΟΟΣΑ (3,114 δολάρια).
Εκτός όμως από την Τουρκία και το Μεξικό, οι ΗΠΑ είναι η χώρα όπου εξακολουθεί ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού της (το 14% υπολογίζει ο ΟΟΣΑ) να μην έχει κανενός είδους ιατροφαρμακευτική κάλυψη, ούτε δημόσια ούτε ιδιωτική.
Σε αυτό «ξεπερνούν» ακόμη και την Ελλάδα!
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου