Τόσο στην «αθλιότητα του σήμερα», όσο και στους «δρόμους του παραδείσου", ο Γκόρζ πιστεύει ότι ο άνθρωπος δεν χρειάζεται να αναλώνει τη ζωή του σε κάθε είδους αλλοτριωτικές εργασίες, και να δουλεύει από το πρωϊ ως το βράδυ, χωρίς διακοπή και χωρίς να παίρνει ανάσα, ξεχνώντας πως δεν ζούμε για να δουλεύουμε, αλλά δουλεύουμε για να ζούμε.
Τεκμηριώνει αυτή του τη άποψη, όχι μόνο ιδεολογικά, δηλαδή το τί θα έπρεπε να είναι το σωστό, αλλά και τεχνοκρατικά και ιστορικά.
Η ζωή έχει αλλάξει ριζικά τα τελευταία 200 χρόνια. Η αύξηση της παραγωγικότητας είναι εκπληκτική. Οι μηχανές δουλεύουν νύχτα μέρα και παράγουν εκατοντάδες αγαθά, που παλιότερα η ανθρωπότητα θα χρειάζονταν χιλιάδες φορές περισσότερο κόπο για να παράγει.
Για παράδειγμα ένα απλό εργαλείο σαν το πλυντήριο περικλείει ένα σύνολο γνώσεων που ξεπερνάει κατά πολύ τις ικανότητες πολλών δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων.
Επομένως, αφού η σημερινή τεχνολογία έχει οδηγήσει την παραγωγικότατα σε απίστευτα ύψη, ο άνθρωπος θα έπρεπε να δουλεύει πολύ λιγότερο από το παρελθόν για να παράγει περισσότερο πλούτο, τόσο για τον εαυτό του, όσο και για την κοινωνία.
Σκεφτείτε, λ.χ. πόσες ώρες έπρεπε να ξοδέψει μια οικογένεια του 15ου αιώνα για να παράγει αυτά που χρειάζονταν για να ζήσει και πόσες ώρες χρειάζεται σήμερα. Η διαφορά είναι ανυπολόγιστη! Μόνο να ανάψει τη λάμπα ή τα κεριά πέρναγε μια ώρα. Σήμερα πατάει ένα κουμπί!
Για να κουβαλήσει νερό, ξόδευε καθημερινά ώρες, σήμερα ανοίγει τη βρύση. Για να ανταλλάξει τα προϊόντα που του περίσσευαν με άλλα που χρειαζότανε, ή για να προμηθευτεί κάποια άλλα, έπρεπε να ξοδέψει ώρες και μέρες, ενώ σήμερα πετάγεσαι στο απέναντι σούπερ μάρκετ. Ταξιδεύει με ανυπολόγιστες ταχύτητες και η μεταβίβαση της γνώσης είναι σχεδόν άμεση.
Ο κατάλογος σύγκρισης είναι ατέλειωτος. Στην πραγματικότητα, λίγες ώρες την ήμερα θα έφταναν και θα περίσσευαν για να παραχθούν αφ ενός τα είδη πρώτης ανάγκης, και αφ ετέρου τα αγαθά που ναι μεν δεν είναι πρώτης ανάγκης, αλλά είναι αυτά που μας προκαλούν ιδιαίτερη ευχαρίστηση, όταν τα είδη πρώτης ανάγκης τα έχουμε εξασφαλίσει.
Και όμως, όχι μόνο δεν παρατηρείται μια τάση μείωσης του χρόνου εργασίας, αλλά αντίθετα, τα τελευταία 25 χρόνια και κυρίως μετά τη πτώση του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού συμβαίνει ακριβώς το αντίστροφο. Όσοι σήμερα δουλεύουν, όσοι δηλαδή έχουν δουλειά και δεν είναι άνεργοι, δουλεύουν περισσότερο ενώ αναπαράγεται ένα άνεργο προλεταριάτο που αυξάνει αδιάκοπα. Έχουμε περισσότερη ανεργία, αύξηση του εβδομαδιαίου χρόνου απασχόλησης, μείωση των αμοιβών, μείωση των συντάξεων και αύξηση του συνολικού χρόνου εργασίας μιας ζωής!
Το δίλλημα πλήρης απασχόληση ή πλήρης ανεργία αρνείται έμμεσα το γεγονός της εκ των πραγμάτων μείωσης του κοινωνικά αναγκαίου χρόνου εργασίας και κατανέμει αυτή τη μείωση με το πιο άνισο τρόπο: ποινικοποιώντας και περιθωριοποιώντας τους άνεργους ώστε να προστατευτεί η φύση των κοινωνικών σχέσεων ανάμεσα σε εργοδότες και μισθωτούς. Παράλληλα, με την αφόρητη πίεση που ασκείται για περισσότερη εργασία με μικρότερες αμοιβές στους πολλούς, δημιουργείται μια κάστα «ειδικών» που αμείβονται με τεράστια ποσά, στηρίζοντας με τις «ειδικές» γνώσεις την διατήρηση αυτού του συστήματος υποδούλωσης και αλλοτρίωσης.
Η αύξηση του χρόνου απασχόλησης και επομένως η μείωση του ελεύθερου χρόνου, έχει σαν παράπλευρη απώλεια και τη ολοένα και μεγαλύτερη αποδόμηση των ανθρώπινων δεξιοτήτων. Ο άνθρωπος αποβλακώνεται, ξεχνάει να κάνει πράγματα που έκανε αιώνες τώρα. Αν η ανθρωπότητα είχε τραβήξει τον πρώτο δρόμο, δηλαδή το δρόμο της μείωσης του χρόνου εργασίας , την έξοδο της κρίσης προς τα αριστερά, όπως ονομάζει ο ίδιος, τότε, όχι μόνο θα υπήρχε πλήρης απασχόληση, αλλά θα υπήρχε περισσότερος ελεύθερος χρόνος που θα μπορούσε ο καθένας να το διαθέσει όπως ήθελε. Να λιάζεται και να χαζεύει στην παραλία, να σκάβει τον κήπο του, να διαβάζει, να ζωγραφίζει, να ασχολείται με την οικογένεια του, με τους φίλους του, με τη φύση, με ένα λόγο με την ζωή και όχι με το εργοστάσιο ή το γραφείο ή το χρηματιστήριο!
Στην συνέχεια αυτής της θέσης (δηλαδή λιγότερη εργασία για τον καθένα, απασχόληση για όλους), που τεκμηριώνει με πολλά παραδείγματα και πολλά στοιχεία, υποστηρίζει, σαν φυσική συνέπεια των παραπάνω, ότι η κοινωνία θα πρέπει να εξασφαλίσει σε κάθε μέλος της ένα ισόβιο κοινωνικό μισθό, ικανό για να ζει καλά, είτε εργάζεται είτε όχι. Μπορεί αυτά να ακούγονται παράλογα, αλλά δεν είναι.
Ο Ανρε Γκόρζ, πιστεύει ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη να δουλεύει, γιατί η προσφορά και η αλληλεγγύη είναι ανθρώπινες ιδιότητες που στην αποξένωση που έχει υποστεί στη σκληρή καπιταλιστική κοινωνία που ζούμε τις έχει χάσει. Στο ίδιο πνεύμα με τον Ζαν Κλώντ Μισεά εξαίρει το κυρίαρχο ρόλο που έπαιζε το δώρο σε όλες τις αρχαϊκές κοινωνίες, όταν ο άνθρωπος δεν είχε ξεπέσει στη κυνικότητα όπου όλα πρέπει να ανταλλάσσονται με βάση την πληρωμή και το χρήμα, ακόμα και ο έρωτας! Οι μη οικονομικές δραστηριότητες αποτελούν την ίδια την ουσία της ζωής. Περιλαμβάνουν όλα όσα γίνονται όχι για τα χρήματα αλλά για τη φιλία, την αγάπη την συμπόνια, την επιθυμία για προσφορά βοήθειας, ή για την ικανοποίηση, την απόλαυση, την χαρά που μας δίνει η ίδια η δραστηριότητα τόσο στην εξέλιξη όσο και στο αποτέλεσμα της.
Πρέπει να αποτολμήσουμε να αποχωριστούμε αυτή τη κοινωνία που πεθαίνει και που δεν πρόκειται να ξαναγεννηθεί. Πρέπει να αποτολμήσουμε την έξοδο. Δεν πρέπει να περιμένουμε τίποτε από τις θεραπείες της «κρίσης» γιατί δεν υπάρχει πια κρίση. Έχει εγκατασταθεί ένα νέο σύστημα που καταργεί μαζικά την εργασία. Παλινορθώνει τις χειρότερες μορφές καταδυνάστευσης , υποδούλωσης, εκμετάλλευσης, εξαναγκάζοντας όλους να πολεμούν εναντίον όλων για να αποχτήσουν αυτήν την εργασία την οποία καταργεί.
Κατακριτής της οικονομικής παγκοσμιοποίησης καταγγέλλει το σημερινό υπερεθνικό καθεστώς, που έχει συμβάλει καθοριστικά σ την απομόνωση του ατόμου από οποιαδήποτε αίσθηση αλληλεγγύης και ανθρωπισμού.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΥ.(σελίδα 38 της αθλιότητας του σήμερα και η προοπτική για το αύριο)
Η Εταιρεία είναι ένα υπερεθνικό δίκτυο και το κέντρο συντονισμού και στρατηγικών αποφάσεων της έχει μόνο κατ επίφαση εθνικότητα, ανάλογα με την προέλευση της. Η έδρα της μπορεί να βρίσκεται οπουδήποτε. Με το παιγνίδι των τιμών μεταφοράς, η εταιρεία πραγματοποιεί τα κέρδη της εκεί όπου πληρώνει λιγότερους η καθόλου φόρους. Διαπραγματεύεται ως εξουσία προς εξουσία με τα εθνικά κράτη, τα ωθεί σε ανταγωνισμό και δημιουργεί τις μονάδες της εκεί όπου βρίσκει τις πιο σημαντικές επιχορηγήσεις και φορολογικές ελαφρύνσεις, τις καλύτερες υποδομές, ένα πειθαρχημένο και φτηνό εργατικό δυναμικό. Εκεί εξασφαλίζει ένα είδος ετεροδικίας στερώντας το εθνικό κράτος από εκείνο το χαρακτηριστικό της εθνικής κυριαρχίας του, δηλαδή του να εισπράττει φόρους και να καθορίζει συντελεστές.
«Το κεφάλαιο είναι πια ο μόνος κάτοχος της εξουσίας» γράφει ο Μάρκο Ρεβέλι» ικανό να αποφασίζει άμεσα, με μια αυθαίρετη πράξη, τη μοίρα των εθνών» και να «υπαγορεύει τους δικούς του κανόνες στον παλιό κυρίαρχο.
Ποτέ ο καπιταλισμός δεν είχε καταφέρει να χειραφετηθεί τόσο ολοκληρωτικά από την πολιτική εξουσία. Όμως πρέπει να προστεθεί ότι τα κράτη τα οποία υποκαθιστά είναι εθνικά κράτη και κατόρθωσε να τα καταδυναστεύει δημιουργώντας ένα υπερεθνικό κράτος, παντοδύναμο με τους δικούς του θεσμούς, τους μηχανισμούς και τα δίκτυα επιρροής .
Αυτοί οι θεσμοί είναι, όπως έχει γίνει ήδη κατανοητό, η Παγκόσμια Οργάνωση Εμπορίου (ΠΟΕ, πρώην GATT) το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) η Παγκόσμια Τράπεζα, ο ΟΟΣΑ.
Αυτοί οι θεσμοί δημιουργούν και επιβάλλουν τους Νόμους τους, σύμφωνα με τους οποίους ρυθμίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, προσδιορίζουν και επιβάλουν και ποια εμπορεύματα, πρέπει να κυκλοφορούν χωρίς όρια, ακόμα και αν αυτά είναι τοξικά ή βιολογικά τροποποιημένα, και έχουν καταφέρει να επιβάλλουν σε όλα τα μέλη τους, δηλαδή σε όλο τον πλανήτη το δόγμα του φιλελευθερισμού, σύμφωνα με τον οποίο, όλα τα προβλήματα θα τα λύσει το αόρατο χέρι της αγοράς.
Όλα τα ζωτικά θέματα κάθε εθνικού κράτους, όπως ασφαλιστικό, ωράρια εργασίας, ύψη αμοιβών εργασίας, ρυθμίζονται εξωτερικά, καθιστώντας τη πολιτική διακυβέρνηση κάθε κράτους μια απλή και ασήμαντη συμμορία ηλίθιων παπαγάλων.
Τελειώνοντας την μικρή αυτή αναφορά στον Ανδρε Γκόρζ, παρότι είναι ένα μεγάλος κριτής της παγκοσμιοποίησης, όπως αυτή εμφανίζεται σήμερα, πιστεύει, ότι δεν είναι η επιστροφή στα εθνικά κράτη που θα λύσει τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει η παγκοσμιοποίησης, αλλά η αντίσταση ενάντια στο παγκοσμιοποιημένο Κεφάλαιο από όλα τα εθνικά κράτη μαζί και ομαδικά, προκειμένου η αντίσταση να είναι αποτελεσματική.
Επομένως μια παγκοσμιοποιημένη αντίσταση σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο, με άλλες ηθικές και άλλες αξίες που οφείλουν οι λαοί να κάνουν κτήμα τους, σημαία τους και όραμά τους.
Ο Andre Gorz, γεννήθηκε το 1923 στην Βιέννη από πατέρα ξυλέμπορο. Το 1947 συνάντησε την σύντροφο της ζωής του. Σπούδασε μηχανικός στην Ελβετία και στις αρχές της δεκαετίας του 50 μετακόμισε στο Παρίσι όπου συνεργάστηκε με τον Ζαν Πωλ Σαρτρ στο περιοδικό "Les temps modernes».
Το 1983 εγκατέλειψε την απασχόληση εκτός σπιτιού και αφοσιώθηκε στην συντρόφισσα του Ντορίν, όταν συνειδητοποιήσε πόσο μοναδική είναι η ζωή. Το 2007, αυτοκτόνησαν στο σπίτι τους, πιασμένοι χέρι - χέρι, ανάμεσα σε δεκάδες γράμματα φίλων τους. Αυτοκτόνησαν, γιατί όπως γράφει ο ίδιος, δεν θα μπορούσε να αντέξει να μείνει χωρίς αυτην που αγάπησε όσο τιποτε άλλο στο κόσμο. Εκείνη ήταν 82 χρονών και έζησε 32 χρόνια αντιμετωπίζοντας με μεγάλη γεναιότητα την ανίατη ασθένεια, απο την οποία έπασχε και αυτός 84 χρόνων. Άφησε πίσω του ένα πλούσιο, ανατρεπτικό, αντικαπιταλιστικό, κυρίως όμως ενα βαθειά ανθρώπινο έργο.
«έχεις κοντύνει 6 εκατοστά, έχεις απομείνει 45 κιλά, αλλά συνεχίζεις να είσαι όμορφη, χαριτωμένη και ποθητή και σ αγαπώ περισσότερο παρά ποτέ» λέει με απέραντη τρυφερότητα στην αγαπημένη του.
Έφυγαν, πλημμυρισμένοι με την αγάπη τους, όπως ακριβώς έζησαν!
Σημείωση:Τα πλάγια γράμματα είναι λόγια του βιβλίου, αντιγραφή.
ange-ta.blogspot.com
Τεκμηριώνει αυτή του τη άποψη, όχι μόνο ιδεολογικά, δηλαδή το τί θα έπρεπε να είναι το σωστό, αλλά και τεχνοκρατικά και ιστορικά.
Η ζωή έχει αλλάξει ριζικά τα τελευταία 200 χρόνια. Η αύξηση της παραγωγικότητας είναι εκπληκτική. Οι μηχανές δουλεύουν νύχτα μέρα και παράγουν εκατοντάδες αγαθά, που παλιότερα η ανθρωπότητα θα χρειάζονταν χιλιάδες φορές περισσότερο κόπο για να παράγει.
Για παράδειγμα ένα απλό εργαλείο σαν το πλυντήριο περικλείει ένα σύνολο γνώσεων που ξεπερνάει κατά πολύ τις ικανότητες πολλών δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων.
Επομένως, αφού η σημερινή τεχνολογία έχει οδηγήσει την παραγωγικότατα σε απίστευτα ύψη, ο άνθρωπος θα έπρεπε να δουλεύει πολύ λιγότερο από το παρελθόν για να παράγει περισσότερο πλούτο, τόσο για τον εαυτό του, όσο και για την κοινωνία.
Σκεφτείτε, λ.χ. πόσες ώρες έπρεπε να ξοδέψει μια οικογένεια του 15ου αιώνα για να παράγει αυτά που χρειάζονταν για να ζήσει και πόσες ώρες χρειάζεται σήμερα. Η διαφορά είναι ανυπολόγιστη! Μόνο να ανάψει τη λάμπα ή τα κεριά πέρναγε μια ώρα. Σήμερα πατάει ένα κουμπί!
Για να κουβαλήσει νερό, ξόδευε καθημερινά ώρες, σήμερα ανοίγει τη βρύση. Για να ανταλλάξει τα προϊόντα που του περίσσευαν με άλλα που χρειαζότανε, ή για να προμηθευτεί κάποια άλλα, έπρεπε να ξοδέψει ώρες και μέρες, ενώ σήμερα πετάγεσαι στο απέναντι σούπερ μάρκετ. Ταξιδεύει με ανυπολόγιστες ταχύτητες και η μεταβίβαση της γνώσης είναι σχεδόν άμεση.
Ο κατάλογος σύγκρισης είναι ατέλειωτος. Στην πραγματικότητα, λίγες ώρες την ήμερα θα έφταναν και θα περίσσευαν για να παραχθούν αφ ενός τα είδη πρώτης ανάγκης, και αφ ετέρου τα αγαθά που ναι μεν δεν είναι πρώτης ανάγκης, αλλά είναι αυτά που μας προκαλούν ιδιαίτερη ευχαρίστηση, όταν τα είδη πρώτης ανάγκης τα έχουμε εξασφαλίσει.
Και όμως, όχι μόνο δεν παρατηρείται μια τάση μείωσης του χρόνου εργασίας, αλλά αντίθετα, τα τελευταία 25 χρόνια και κυρίως μετά τη πτώση του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού συμβαίνει ακριβώς το αντίστροφο. Όσοι σήμερα δουλεύουν, όσοι δηλαδή έχουν δουλειά και δεν είναι άνεργοι, δουλεύουν περισσότερο ενώ αναπαράγεται ένα άνεργο προλεταριάτο που αυξάνει αδιάκοπα. Έχουμε περισσότερη ανεργία, αύξηση του εβδομαδιαίου χρόνου απασχόλησης, μείωση των αμοιβών, μείωση των συντάξεων και αύξηση του συνολικού χρόνου εργασίας μιας ζωής!
Το δίλλημα πλήρης απασχόληση ή πλήρης ανεργία αρνείται έμμεσα το γεγονός της εκ των πραγμάτων μείωσης του κοινωνικά αναγκαίου χρόνου εργασίας και κατανέμει αυτή τη μείωση με το πιο άνισο τρόπο: ποινικοποιώντας και περιθωριοποιώντας τους άνεργους ώστε να προστατευτεί η φύση των κοινωνικών σχέσεων ανάμεσα σε εργοδότες και μισθωτούς. Παράλληλα, με την αφόρητη πίεση που ασκείται για περισσότερη εργασία με μικρότερες αμοιβές στους πολλούς, δημιουργείται μια κάστα «ειδικών» που αμείβονται με τεράστια ποσά, στηρίζοντας με τις «ειδικές» γνώσεις την διατήρηση αυτού του συστήματος υποδούλωσης και αλλοτρίωσης.
Η αύξηση του χρόνου απασχόλησης και επομένως η μείωση του ελεύθερου χρόνου, έχει σαν παράπλευρη απώλεια και τη ολοένα και μεγαλύτερη αποδόμηση των ανθρώπινων δεξιοτήτων. Ο άνθρωπος αποβλακώνεται, ξεχνάει να κάνει πράγματα που έκανε αιώνες τώρα. Αν η ανθρωπότητα είχε τραβήξει τον πρώτο δρόμο, δηλαδή το δρόμο της μείωσης του χρόνου εργασίας , την έξοδο της κρίσης προς τα αριστερά, όπως ονομάζει ο ίδιος, τότε, όχι μόνο θα υπήρχε πλήρης απασχόληση, αλλά θα υπήρχε περισσότερος ελεύθερος χρόνος που θα μπορούσε ο καθένας να το διαθέσει όπως ήθελε. Να λιάζεται και να χαζεύει στην παραλία, να σκάβει τον κήπο του, να διαβάζει, να ζωγραφίζει, να ασχολείται με την οικογένεια του, με τους φίλους του, με τη φύση, με ένα λόγο με την ζωή και όχι με το εργοστάσιο ή το γραφείο ή το χρηματιστήριο!
Στην συνέχεια αυτής της θέσης (δηλαδή λιγότερη εργασία για τον καθένα, απασχόληση για όλους), που τεκμηριώνει με πολλά παραδείγματα και πολλά στοιχεία, υποστηρίζει, σαν φυσική συνέπεια των παραπάνω, ότι η κοινωνία θα πρέπει να εξασφαλίσει σε κάθε μέλος της ένα ισόβιο κοινωνικό μισθό, ικανό για να ζει καλά, είτε εργάζεται είτε όχι. Μπορεί αυτά να ακούγονται παράλογα, αλλά δεν είναι.
Ο Ανρε Γκόρζ, πιστεύει ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη να δουλεύει, γιατί η προσφορά και η αλληλεγγύη είναι ανθρώπινες ιδιότητες που στην αποξένωση που έχει υποστεί στη σκληρή καπιταλιστική κοινωνία που ζούμε τις έχει χάσει. Στο ίδιο πνεύμα με τον Ζαν Κλώντ Μισεά εξαίρει το κυρίαρχο ρόλο που έπαιζε το δώρο σε όλες τις αρχαϊκές κοινωνίες, όταν ο άνθρωπος δεν είχε ξεπέσει στη κυνικότητα όπου όλα πρέπει να ανταλλάσσονται με βάση την πληρωμή και το χρήμα, ακόμα και ο έρωτας! Οι μη οικονομικές δραστηριότητες αποτελούν την ίδια την ουσία της ζωής. Περιλαμβάνουν όλα όσα γίνονται όχι για τα χρήματα αλλά για τη φιλία, την αγάπη την συμπόνια, την επιθυμία για προσφορά βοήθειας, ή για την ικανοποίηση, την απόλαυση, την χαρά που μας δίνει η ίδια η δραστηριότητα τόσο στην εξέλιξη όσο και στο αποτέλεσμα της.
Πρέπει να αποτολμήσουμε να αποχωριστούμε αυτή τη κοινωνία που πεθαίνει και που δεν πρόκειται να ξαναγεννηθεί. Πρέπει να αποτολμήσουμε την έξοδο. Δεν πρέπει να περιμένουμε τίποτε από τις θεραπείες της «κρίσης» γιατί δεν υπάρχει πια κρίση. Έχει εγκατασταθεί ένα νέο σύστημα που καταργεί μαζικά την εργασία. Παλινορθώνει τις χειρότερες μορφές καταδυνάστευσης , υποδούλωσης, εκμετάλλευσης, εξαναγκάζοντας όλους να πολεμούν εναντίον όλων για να αποχτήσουν αυτήν την εργασία την οποία καταργεί.
Κατακριτής της οικονομικής παγκοσμιοποίησης καταγγέλλει το σημερινό υπερεθνικό καθεστώς, που έχει συμβάλει καθοριστικά σ την απομόνωση του ατόμου από οποιαδήποτε αίσθηση αλληλεγγύης και ανθρωπισμού.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΥ.(σελίδα 38 της αθλιότητας του σήμερα και η προοπτική για το αύριο)
Η Εταιρεία είναι ένα υπερεθνικό δίκτυο και το κέντρο συντονισμού και στρατηγικών αποφάσεων της έχει μόνο κατ επίφαση εθνικότητα, ανάλογα με την προέλευση της. Η έδρα της μπορεί να βρίσκεται οπουδήποτε. Με το παιγνίδι των τιμών μεταφοράς, η εταιρεία πραγματοποιεί τα κέρδη της εκεί όπου πληρώνει λιγότερους η καθόλου φόρους. Διαπραγματεύεται ως εξουσία προς εξουσία με τα εθνικά κράτη, τα ωθεί σε ανταγωνισμό και δημιουργεί τις μονάδες της εκεί όπου βρίσκει τις πιο σημαντικές επιχορηγήσεις και φορολογικές ελαφρύνσεις, τις καλύτερες υποδομές, ένα πειθαρχημένο και φτηνό εργατικό δυναμικό. Εκεί εξασφαλίζει ένα είδος ετεροδικίας στερώντας το εθνικό κράτος από εκείνο το χαρακτηριστικό της εθνικής κυριαρχίας του, δηλαδή του να εισπράττει φόρους και να καθορίζει συντελεστές.
«Το κεφάλαιο είναι πια ο μόνος κάτοχος της εξουσίας» γράφει ο Μάρκο Ρεβέλι» ικανό να αποφασίζει άμεσα, με μια αυθαίρετη πράξη, τη μοίρα των εθνών» και να «υπαγορεύει τους δικούς του κανόνες στον παλιό κυρίαρχο.
Ποτέ ο καπιταλισμός δεν είχε καταφέρει να χειραφετηθεί τόσο ολοκληρωτικά από την πολιτική εξουσία. Όμως πρέπει να προστεθεί ότι τα κράτη τα οποία υποκαθιστά είναι εθνικά κράτη και κατόρθωσε να τα καταδυναστεύει δημιουργώντας ένα υπερεθνικό κράτος, παντοδύναμο με τους δικούς του θεσμούς, τους μηχανισμούς και τα δίκτυα επιρροής .
Αυτοί οι θεσμοί είναι, όπως έχει γίνει ήδη κατανοητό, η Παγκόσμια Οργάνωση Εμπορίου (ΠΟΕ, πρώην GATT) το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) η Παγκόσμια Τράπεζα, ο ΟΟΣΑ.
Αυτοί οι θεσμοί δημιουργούν και επιβάλλουν τους Νόμους τους, σύμφωνα με τους οποίους ρυθμίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, προσδιορίζουν και επιβάλουν και ποια εμπορεύματα, πρέπει να κυκλοφορούν χωρίς όρια, ακόμα και αν αυτά είναι τοξικά ή βιολογικά τροποποιημένα, και έχουν καταφέρει να επιβάλλουν σε όλα τα μέλη τους, δηλαδή σε όλο τον πλανήτη το δόγμα του φιλελευθερισμού, σύμφωνα με τον οποίο, όλα τα προβλήματα θα τα λύσει το αόρατο χέρι της αγοράς.
Όλα τα ζωτικά θέματα κάθε εθνικού κράτους, όπως ασφαλιστικό, ωράρια εργασίας, ύψη αμοιβών εργασίας, ρυθμίζονται εξωτερικά, καθιστώντας τη πολιτική διακυβέρνηση κάθε κράτους μια απλή και ασήμαντη συμμορία ηλίθιων παπαγάλων.
Τελειώνοντας την μικρή αυτή αναφορά στον Ανδρε Γκόρζ, παρότι είναι ένα μεγάλος κριτής της παγκοσμιοποίησης, όπως αυτή εμφανίζεται σήμερα, πιστεύει, ότι δεν είναι η επιστροφή στα εθνικά κράτη που θα λύσει τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει η παγκοσμιοποίησης, αλλά η αντίσταση ενάντια στο παγκοσμιοποιημένο Κεφάλαιο από όλα τα εθνικά κράτη μαζί και ομαδικά, προκειμένου η αντίσταση να είναι αποτελεσματική.
Επομένως μια παγκοσμιοποιημένη αντίσταση σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο, με άλλες ηθικές και άλλες αξίες που οφείλουν οι λαοί να κάνουν κτήμα τους, σημαία τους και όραμά τους.
Ο Andre Gorz, γεννήθηκε το 1923 στην Βιέννη από πατέρα ξυλέμπορο. Το 1947 συνάντησε την σύντροφο της ζωής του. Σπούδασε μηχανικός στην Ελβετία και στις αρχές της δεκαετίας του 50 μετακόμισε στο Παρίσι όπου συνεργάστηκε με τον Ζαν Πωλ Σαρτρ στο περιοδικό "Les temps modernes».
Το 1983 εγκατέλειψε την απασχόληση εκτός σπιτιού και αφοσιώθηκε στην συντρόφισσα του Ντορίν, όταν συνειδητοποιήσε πόσο μοναδική είναι η ζωή. Το 2007, αυτοκτόνησαν στο σπίτι τους, πιασμένοι χέρι - χέρι, ανάμεσα σε δεκάδες γράμματα φίλων τους. Αυτοκτόνησαν, γιατί όπως γράφει ο ίδιος, δεν θα μπορούσε να αντέξει να μείνει χωρίς αυτην που αγάπησε όσο τιποτε άλλο στο κόσμο. Εκείνη ήταν 82 χρονών και έζησε 32 χρόνια αντιμετωπίζοντας με μεγάλη γεναιότητα την ανίατη ασθένεια, απο την οποία έπασχε και αυτός 84 χρόνων. Άφησε πίσω του ένα πλούσιο, ανατρεπτικό, αντικαπιταλιστικό, κυρίως όμως ενα βαθειά ανθρώπινο έργο.
«έχεις κοντύνει 6 εκατοστά, έχεις απομείνει 45 κιλά, αλλά συνεχίζεις να είσαι όμορφη, χαριτωμένη και ποθητή και σ αγαπώ περισσότερο παρά ποτέ» λέει με απέραντη τρυφερότητα στην αγαπημένη του.
Έφυγαν, πλημμυρισμένοι με την αγάπη τους, όπως ακριβώς έζησαν!
Σημείωση:Τα πλάγια γράμματα είναι λόγια του βιβλίου, αντιγραφή.
ange-ta.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου